Πέμπτη 16 Ιουλίου 2015

Η «ηχώ» του μετεώρου ακούστηκε σε όλη τη Γη

Μπορεί τα συστήματα οπτικού εντοπισμού να μην κατάφεραν να δουν το μετέωρο που έπεσε στο Τσελιαμπίνσκ της Ρωσία, τα ξημερώματα της 15ης Φεβρουαρίου του 2013, αλλά τα ηχητικά συστήματα τον άκουσαν και μάλιστα σε όλο τον πλανήτη. Το ωστικό κύμα της έκρηξης δημιούργησε υποηχητικά κύματα τα οποία καταγράφηκαν από το παγκόσμιο δίκτυο που ανιχνεύει πυρηνικές εκρήξεις. Τα υποηχητικά κύματα έγιναν αντιληπτά από σταθμούς του δικτύου σε όλο τον κόσμο, από τη Γροιλανδία μέχρι την Αφρική. Το δίκτυο ανίχνευσης αναπτύχθηκε στο πλαίσιο της συνθήκης CTBTO που ασχολείται με τον έλεγχο των πυρηνικών δοκιμών. Μια πολύ ισχυρή έκρηξη, όπως η πυρηνική, δημιουργεί υποηχητικά κύματα. Ο εντοπισμός και η μελέτη τους αποκαλύπτει στοιχεία για την έκρηξη που τα προκάλεσε, στοιχεία όπως είναι το μέγεθος της έκρηξης, αλλά και η περιοχή όπου έγινε.
Το μετέωρο, το οποίο είχε πλάτος 18 μ. και ζύγιζε 11.000 τόνους, «εισέβαλε» στην ατμόσφαιρα της Γης με ταχύτητα 18,6 χλμ. το δευτερόλεπτο. Φλεγόμενο από την τριβή με τον γήινο αέρα, εξερράγη ενώ βρισκόταν περίπου 23 χλμ επάνω από το έδαφος, εκλύοντας ενέργεια 30 φορές μεγαλύτερη από την ατομική βόμβα της Χιροσίμα.
Το ωστικό κύμα και τα συντρίμμια που έπεσαν στο έδαφος προκάλεσαν τον τραυματισμό περισσοτέρων από 1.000 ατόμων και υλικές ζημιές. Παράλληλα όμως η έκρηξη διασκόρπισε εκατοντάδες τόνους σκόνης στη στρατόσφαιρα, επιτρέποντας στον μετεωρολογικό δορυφόρο Suomi National Polar-orbiting Partnership και τους ερευνητές της NASA να «χαρτογραφήσουν» για πρώτη φορά πώς τα υλικά που παράγονται από τέτοιου είδους γεγονότα εξαπλώνονται στην ατμόσφαιρα της Γης.
Περίπου τρεισήμισι ώρες μετά την αρχική έκρηξη τα όργανα του Suomi NPP ανίχνευσαν το νέφος της σκόνης στην ατμόσφαιρα, σε ύψος περίπου 40 χλμ., να κινείται γρήγορα προς τα ανατολικά με ταχύτητα μεγαλύτερη των 300 χλμ. την ώρα. Την επόμενη ημέρα το νέφος εξακολουθούσε την πορεία του προς ανατολάς μέσω του αεροχειμάρρου της στρατόσφαιρας, φθάνοντας στις Αλεούτιες Νήσους. Σε αυτό το στάδιο τα μεγαλύτερα και βαρύτερα σωμάτια άρχισαν να χάνουν ύψος και να κινούνται πιο αργά, τα μικρότερα και πιο ελαφρά σωμάτια διατήρησαν το ύψος και την ταχύτητά τους, ακολουθώντας τις μεταβολές της ταχύτητας των ανέμων στα διάφορα υψόμετρα.
Στις 19 Φεβρουαρίου, τέσσερις ημέρες μετά την έκρηξη, το τμήμα του νέφους που βρισκόταν ψηλότερα και κινείτο με μεγαλύτερη ταχύτητα είχε περάσει επάνω από ολόκληρο το βόρειο ημισφαίριο και είχε φθάσει και πάλι στο Τσελιαμπίνσκ, έχοντας κάνει τον γύρο της Γης. Τουλάχιστον τρεις μήνες αργότερα το νέφος του μετεώρου εξακολουθούσε να είναι ανιχνεύσιμο γύρω από τον πλανήτη.
«Πριν από τριάντα χρόνια λέγαμε μόνο θεωρητικά ότι το νέφος θα πρέπει να ενσωματώνεται στον στρατοσφαιρικό αεροχείμαρρο» δήλωσε ο Πολ Νιούμαν, επικεφαλής του Εργαστηρίου Ατμοσφαιρικών Επιστημών του Κέντρου Γκοντάρ. «Σήμερα τα μοντέλα μας, μας επιτρέπουν να ανιχνεύσουμε επακριβώς τη σκόνη από ένα μετέωρο και να κατανοήσουμε την εξέλιξή της καθώς κινείται γύρω από τον πλανήτη».
Η μεγάλη καταστροφή
To συμβάν της Τουνγκούσκα ισοπέδωσε 1.200 τ.χλμ δάσους. Η φωτογραφία από την αποστολή τη Σοβιετικής Ακαδημίας Επιστημών το 1927.
Ένα τέτοιο συμβάν έχει καταγραφεί εξάλλου στο πρόσφατο παρελθόν: το 1908, ένας αστεροειδής ή κομήτης διαμέτρου 30-40 μέτρων έπεσε στην ακατοίκητη περιοχή της Τουνγκούσκα στη Σιβηρία και ισοπέδωσε έως 1.200 τετραγωνικά χιλιόμετρα δάσους. Ακόμα και σήμερα, χιλιάδες πεσμένα δέντρα απλώνονται ακτινωτά από το σημείο της πρόσκρουσης. Κρατήρας και υπολείμματα δεν βρέθηκαν ποτέ, καθώς το εισερχόμενο αντικείμενο εξερράγη στην ατμόσφαιρα και εξαερώθηκε λίγο πριν φτάσει στο έδαφος.
Σε γενικές γραμμές, οι προσκρούσεις σωμάτων διαμέτρου μερικών δεκάδων μέτρων προκαλούν ολοσχερή αλλά τοπική καταστροφή, ενώ τα σώματα με διάμετρο άνω του ενός χιλιομέτρου θα είχαν επιπτώσεις σε όλο τον πλανήτη.
Ένας αστεροειδής διαμέτρου γύρω στα δέκα χιλιόμετρα, ο οποίος προσέκρουσε στη χερσόνησο Γιουκατάν του Μεξικού πριν από 65 εκατ. χρόνια, πιστεύεται ότι ήταν αρκετός για να εξαφανίσει τους δεινόσαυρους.
Ο 2012 DA14, ο οποίος ανακαλύφθηκε μόλις το Σεπτέμβριο του 2012, είναι ένας από τους 500.000 αστεροειδείς αυτού του μεγέθους που εκτιμάται ότι κινούνται σχετικά κοντά στη Γη. Από αυτούς, η NASA έχει εντοπίσει μόνο το 1%.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου