Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2019

Τα Τρίκαλα του 20ου Αιώνα

Όταν τα άλογα ξεδιψούσαν στον Ληθαίο
Καρτ ποστάλ από την πρώτη σειρά ασπρόμαυρων που κυκλοφόρησε ο Βολιώτης φωτογράφος και εκδότης Στέφανος Στουρνάρας πριν το 1904.
Πρόκειται για την πρώτη σχετικά αμφιθεατρική φωτογραφία των Τρικάλων που έχει ληφθεί από την παλιά πέτρινη γέφυρα της Μαρούγγενας. Σε πρώτο πλάνο ο Ληθαίος ποταμός στα ήρεμα νερά του οποίου ο αγωγιάτης ποτίζει το άλογό του. Αρκετοί περίεργοι Τρικαλινοί παρακολουθούν την φωτογράφηση, ενώ σε δεύτερο πλάνο διακρίνουμε την πρόσφατα τότε διαμορφωμένη (από τον Δήμαρχο Γεώργιο Κανούτα) κεντρική πλατεία της πόλης. Αριστερά της φωτογραφίας και η επίσης νεότευκτη τότε χαλύβδινη κεντρική γέφυρα.
Στο βάθος το περίγραμμα του Βυζαντινού Φρουρίου καθώς και ο πύργος με το Οθωμανικό Ρολόι, και στο πλάι δεξιά ο λόφος του Προφήτη Ηλία που εκείνη την εποχή ήταν “γυμνός”, καθώς η δενδροφύτευσή του έγινε μεταγενέστερα.
Είναι η εποχή που τα Τρίκαλα έχουν ξεκινήσει με ταχύτατους ρυθμούς τον ρυμοτομικό εκσυγχρονισμό τους και αρχίζουν να… αναγνωρίζονται!


Σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες, όταν (στις αρχές του 20ου αιώνα) ο Βολιώτης πρωτοπόρος φωτογράφος και εκδότης καρτ ποστάλ Στέφανος Στουρνάρας επισκέφθηκε τα Τρίκαλα, προκειμένου να τα φωτογραφήσει το πλάνο του με την γέφυρα της Μαρούγγενας, την νεότευκτη τότε πλατεία Ρήγα Φεραίου και τα γύρω νεοκλασικά κτίρια, ζήτησε από τους Τρικαλινούς να πλαισιώσουν την φωτογράφιση. Αυτοί ήταν διστακτικοί έως απολύτως αρνητικοί.
Τελικά δέχθηκαν να φωτογραφηθούν μερικά μέλη της Εβραϊκής κοινότητας της πόλης που τότε ήταν ανθηρή και κατά πως φαίνεται αρκετά πιο “ανοικτόμυαλη”. Έτσι, τα μεταγενέστερα χρόνια, οι συλλεκτικοί κύκλοι της Αθήνας έχουν δώσει στην συγκεκριμένη καρτ ποστάλ την προσωνυμία «Οι Εβραίοι των Τρικάλων».


Η πρώτη εικοσαετία μετά την Απελευθέρωση της Θεσσαλίας (1881-1901) ήταν περίοδος έντονης επέκτασης των Τρικάλων από το Βαρούσι και την παλιά πόλη προς νοτιοανατολικά, καθώς και του εκσυγχρονισμού της με την εφαρμογή πολεοδομικού σχεδίου ευρωπαϊκών προδιαγραφών.
Η κεντρική γέφυρα της πόλης, η κατασκευή της οποίας ολοκληρώθηκε το 1889 από την γαλλική εταιρία “Θεσσαλικοί Σιδηρόδρομοι” προκειμένου να είναι σταθερά προσπελάσιμος ο ποταμός Ληθαίος προς την κατεύθυνση του Σιδηροδρομικού Σταθμού, ήταν - μπορούμε να πούμε - η κορωνίδα αυτής της εκσυγχρονιστικής προσπάθειας.
Η καρτ ποστάλ που κυκλοφόρησε πριν από το 1904 από τον Τρικαλινό εκδότη Ι. Γ. Θεοδωρόπουλο (η συγκεκριμένη είναι ταχυδρομημένη τη χρονιά αυτή) αποτυπώνει τον “φουσκωμένο” ποταμό Ληθαίο και την κεντρική γέφυρα (πιθανότατα σε εορτή των Θεοφανείων της 6ης Ιανουαρίου των αρχών του 20ου αιώνα), παράλληλα όμως δίνει μια ιδέα αυτής της τάσης μοντερνισμού της πόλης:
Διακρίνουμε στα δεξιά την μόλις διαμορφωμένη πλατεία Ρήγα Φεραίου, καθώς και τα νεοκλασικά κτίρια “Αβέρωφ” και “Χατζηγάκη” (το “Πανελλήνιον” δεν είχε ακόμη κτισθεί).
Η αρχή της οδού Σιδηροδρόμου (νυν Ασκληπιού) μόλις που ξεχωρίζει ανάμεσα στο αδιαμόρφωτο ακόμη τοπίο, ενώ οι παραποτάμιοι… δρόμοι μόνο στα σχέδια ακόμη ήταν τότε αποτυπωμένοι.

Από την άκρη της πλατείας Ρήγα Φεραίου των Τρικάλων ο άγνωστος φωτογράφος αποτυπώνει μια όψη της καθημερινότητας των Τρικαλινών στα 1920 (πάνω κάτω)της οδού Ασκληπιού, που ακόμη τότε πολλοί εξακολουθούσαν να αποκαλούν Οδό Σιδηροδρόμου.
Εδώ η γωνία λήψης της φωτογραφίας μας επιτρέπει να θαυμάσουμε ακόμη περισσότερο τα νεοκλασικά κτίρια των ξενοδοχείων «Ολυμπία» και «Στέμματος».
Στη νοητή ευθεία στα δεξιά του «Στέμματος» λειτουργούσε το καφενείο «Εθνικό» ή «Βασιλικό», που άλλαζε ονομασία ανάλογα με την επικρατούσα πολιτική κατάσταση στην χώρα!
«Μικρό Παρίσι» αποκαλούνταν τότε τα Τρίκαλα και κάθε φορά που βλέπουμε κάποια φωτογραφία ή καρτ ποστάλ της εποχής δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε με αυτόν τον παραλληλισμό!


Προπολεμική φωτογραφία, του 1938, από το περίφημο κέντρο «Γκιουλ Μπαχτσέ», που κατείχε προεξάρχουσα θέση ανάμεσα στα τότε λαϊκά μουσικά στέκια των Τρικάλων. Ο άγνωστος φωτογράφος καθόλου τυχαία δεν συμπεριέλαβε το γραμμόφωνο, σε πρώτο μάλιστα πλάνο στο κάδρο του, φανερώνοντας έτσι την πηγή της μουσικής διασκέδασης των θαμώνων.
Από τους εικονιζόμενους ο μόνος γνωστός είναι ο Κώστας Μουλιώτας, πρώτος δεξιά από τους καθισμένους. Στο πίσω τραπέζι μια παρέα φαντάρων που επίσης αποτελούσαν μεγάλο μέρος της πελατείας του κέντρου, καθώς σε πολύ κοντινή απόσταση βρίσκονταν το τότε στρατόπεδο του 5ου Συντάγματος Πεζικού.

Η γοητεία που ασκεί ο Σιδηροδρομικός Σταθμός των Τρικάλων στους Τρικαλινούς είναι απροσμέτρητη. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι αποτελούσε ανέκαθεν -και εν μέρει συνεχίζει να αποτελεί- τον συγκοινωνιακό κόμβο με τον υπόλοιπο κόσμο, αλλά -κυρίως- το σημείο που για τους νέους κάθε εποχής ξεκινούσε μια απόδραση με συναίνεση ή όχι των μεγαλυτέρων. Τόσο πολύ που στα νιάτα μου η φράση “Πάω βόλτα στον Σταθμό” μπορεί και να ακούγονταν στους γονιούς μου σχεδόν “Την “κοπανάω” από τα Τρίκαλα”. 
Υπήρχε από παλιά μια αίσθηση απομόνωσης των Τρικαλινών από τον υπόλοιπο κόσμο. Θες γιατί η Δυτική Θεσσαλία δεν συνδέθηκε με μεγάλους συγκοινωνιακούς κόμβους, θες γιατί η πόλη και ο νομός γενικότερα περικλείονταν από τους ορεινούς όγκους της Πίνδου (Δυτικώς), των Χασίων (Βορείως) και του Δομοκού (Νοτίως) που δημιουργούσαν την συγκεκριμένη αίσθηση, ήταν και η αντίληψη ότι η Δυτική Θεσσαλία υστερούσε σε αναπτυξιακούς ρυθμούς έναντι της Ανατολικής. Γεγονός πάντως ήταν ότι αυτή η αίσθηση της απομόνωσης τροφοδοτούσε μόνιμα μια τάση φυγής κυρίως στη νέα γενιά που όσο να ’ναι το αίμα της “έβραζε” πολύ περισσότερο.


Πριν από την διαμόρφωση του χώρου που αποτέλεσε την κεντρική πλατεία των Τρικάλων αμέσως μετά την Απελευθέρωση από τον Οθωμανικό ζυγό (και κατόπιν πολλών ακόμη) η πόλη δεν διέθετε πλατείες, όσο και αν αυτό ακούγεται σήμερα σχεδόν εξωπραγματικό.
Υπήρχαν απλώς κάποιοι χώροι συνεύρεσης των κατοίκων, συνήθως κοντά στις βρύσες που πάντα ήταν άφθονες ή στις αυλές των καφενείων της εποχής.
Γι’ αυτό και η λεζάντα της φωτογραφίας που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Εστία» το 1891, κάνει λόγο για «πλατεία των Τρικάλων» που βέβαια δεν ανταποκρίνεται στην σύγχρονη έννοια της λέξης.
Βλέπουμε την οκτάκρουνη βρύση της Γούρνας φωτογραφημένη από το κατάντι του ρου του Ληθαίου ποταμού (την ίδια που συναντήσαμε από άλλη οπτική γωνία στην καρτ ποστάλ της Ελληνικής Ταχυδρομικής Υπηρεσίας, Νο. 297), καθώς και δύο πρόχειρες ξύλινες κατασκευές που χρησίμευαν ως γέφυρες για την διέλευση των πεζών όταν ο ποταμός ήταν ήρεμος.


Εξαιρετική φωτογραφία των Τρικάλων στα 1904 με πρώτο πλάνο το ανάντι του ποταμού Ληθαίου. Σημείο προσανατολισμού είναι η οκτάκρουνη βρύση της Γούρνας που είχε κατασκευαστεί από τον Δήμαρχο Κωνσταντίνο Ραδινό λίγα χρόνια μετά την Απελευθέρωση της πόλης. Το άνω κωνοειδές τμήμα της βρύσης καταστράφηκε στην πλημμύρα του 1907, ενώ στα μέσα της δεκαετίας του ’20 η βρύση στέρεψε και ισοπεδώθηκε.
Δίπλα της διακρίνουμε ακόμη την ξύλινη κατασκευή που τότε δεν ήταν άλλη από την αρχική γέφυρα της Γούρνας και εξυπηρετούσε την διέλευση των πεζών κατά τους θερινούς μήνες. Δεξιά μια ακόμη πρόχειρη ξύλινη κατασκευή για την διέλευση του ποταμού από τους πεζούς, παρακείμενη του σημείου όπου σήμερα έχει κατασκευαστεί η γέφυρα Βούλγαρη στην πλατεία Βουβής.
Το εξαιρετικά καλαίσθητο και μεγαλόπρεπο κτίριο είναι πιθανότατα η τότε Επισκοπή Τρικάλων.
Στο στιγμιότυπο Τρικαλινές πλένουν τα στρωσίδια τους στα νερά του ποταμού και στη συνέχεια τα απλώνουν για στέγνωμα στο παρακείμενο τοιχίο.


Κοντά στα 1890 ο άγνωστος φωτογράφος φωτογραφίζει την πέτρινη γέφυρα του «Πίχτου» (με τα έξι τόξα της) που επί Οθωμανικής εποχής αποτελούσε την κεντρική γέφυρα της πόλης, έχοντας στήσει την φωτογραφική του μηχανή πιθανότατα επί της ολοκαίνουργιας τότε ατσάλινης γέφυρας των Τρικάλων.
Αριστερά της φωτογραφίας το καφενείο “Μικρό Φάληρο” των Κλειδωνά Ελευθεριάδη που την εποχή εκείνη θεωρούνταν σημείο συνάντησης των “αστών” της πόλης (Ελλήνων και Τούρκων). Κάποιοι από αυτούς απαθανατίζονται.
Στο αμέσως επόμενο κτίριο (ιδιοκτησίας Σιμή) λειτούργησε στα χρόνια του Μεσοπολέμου η Νομαρχία Τρικάλων, ενώ για μικρό διάστημα φιλοξένησε και το Γυμνάσιο Θηλέων της πόλης.
Στο κεντρικό πλάνο διάφορες κατοικίες ιδιοκτησίας Πίχτου (εξ’ ου και η ομώνυμη γέφυρα) κτισμένες (σχεδόν) η μία πάνω στην άλλη, καθώς το σχέδιο πόλης είναι μεταγενέστερη… εφεύρεση.
Λίγο πιο αριστερά πιθανότατα να υπήρχε και άλλο καφενείο, προφανώς λαϊκότερο του προηγουμένου, αν κρίνουμε από τις ενδυμασίες των θαμώνων. Τέλος στο βάθος διακρίνουμε τον μιναρέ του Τζαμιού Μεχμέτ Αγά που βρίσκονταν στην συμβολή των σημερινών οδών Κωλέττη και Ζιάκα.

Η δεύτερη φωτογραφία των Τρικάλων στα 1883 με φωτογράφο τον Δημήτριο Μιχαηλίδη από την Ανδριανούπολη.
Εδώ, αποτυπώνεται μια στιγμή από την καθημερινή ζωή της πόλης. Η ξύλινη γέφυρα ενώνει τις δύο όχθες του Ληθαίου βρίσκονταν στο ύψος όπου σήμερα βρίσκεται η γέφυρα της Γούρνας. Την σκίαζαν θεόρατα πλατάνια, ενώ στην όχθη της υπήρχε βρύση όπου άνθρωποι και ζώα έρχονταν να ξεδιψάσουν.
Την εποχή εκείνη δεν είχε ακόμη κατασκευαστεί η κεντρική μεταλλική γέφυρα της πόλης και ως “κεντρικές” γέφυρες θεωρούνταν αυτές του “Πίχτου” και της “Μαρούγγενας”. Διακρίνουμε στα δεξιά το καμπαναριό του Αγίου Στεφάνου και στο βάθος το μεγαλόπρεπο κτίριο με το σκεπασμένο χαγιάτι, την Επισκοπή, που έρχεται σε αντίθεση με τα καλυβόσπιτα των ραγιάδων (Απόσπασμα από το βιβλίο της Μαρούλας Κλιάφα "Θεσσαλία 1881-1981. Εκατό Χρόνια Ζωή").



Χειμωνιάτικο πρωινό του 1965 και οι στέγες των τρικαλινών κτιρίων έχουν ασπρίσει ελαφρώς από τη χιονόπτωση της προηγούμενης νύκτας, προσθέτοντας ειδυλλιακές πινελιές στην πανοραμική εικόνα της πόλης.
Ο άγνωστος φωτογράφος από το μπαλκόνι ενός εκ των οικοδομών στη συμβολή των οδών Βύρωνος και Κανούτα είχε την έμπνευση να φωτογραφήσει την πόλη με αποτέλεσμα το πανοραμικό αυτό τοπίο.
Σε πρώτο πλάνο, η μικρή κατασκευή που διακρίνουμε στην όχθη του Ληθαίου είχε στηθεί στις αρχές της δεκαετίας του ’60 προκειμένου να λειτουργήσουν εκεί τα πρώτα ουρητήρια της πόλης. Επί της οδού Αμαλίας διακρίνουμε από δεξιά την τότε βιοτεχνία των επιπλώσεων «Καραμάλη» (στο ίδιο χώρο βρίσκονταν προπολεμικά τα γραφεία της εφημερίδας «Θάρρος»).
Στη συνέχεια το κτίριο στο ισόγειο του οποίου λειτουργούσε ο κινηματογράφος «Ρεξ» και παραπλεύρως την κατοικία της οικογένειας Πατίκη. Στο βάθος αριστερά ο τρούλος του Μητροπολιτικού Ναού Αγίου Νικολάου, λίγο πιο δεξιά το καμπαναριό της Αγίας Φανερωμένης και ακόμη πιο δεξιά το Οικοτροφείο της Ιεράς Μητρόπολης Τρίκκης & Σταγών, πάνω από την εκκλησία των Αγίων Αναργύρων. Τέλος, πάνω ψηλά το περίγραμμα του Φρουρίου και το περίφημο ρολόι του.



Λίγοι σήμερα γνωρίζουν ότι το πεζοδρομημένο τμήμα που συνέδεε διαγωνίως την οδό Ασκληπιού με την παραποτάμια οδό Όθωνος (και κατόπιν την τότε γέφυρα της Μαρούγγενας) ήταν κάποτε κανονικός (αμαξιτός) δρόμος, η ονομασία του οποίου ήταν οδός Βασιλίσσης Όλγας, ονομασία που εξακολουθεί να υφίσταται και σήμερα για ταχυδρομικούς κυρίως λόγους. Στην καρτ ποστάλ, αγνώστου εκδότη, της δεκαετίας του ’20 διακρίνουμε στα δεξιά ένα τμήμα του κατοπινού καφενείου Κωστίκα, στο κέντρο το νεοκλασικό κτίριο του ξενοδοχείου “Πανελλήνιον” και στα αριστερά ένα τμήμα της πλατείας Ρήγα Φεραίου.
Ελαφρώς διακρίνουμε (στη συνέχεια του “Πανελληνίου”) το επίσης νεοκλασικό κτίριο “Χατζηγάκη”, ενώ το παρακείμενο νεοκλασικό “Αβέρωφ” είναι καλυμμένο από τα φυλλώματα της δενδροστοιχίας που υπήρχε επί της οδού Βασιλίσσης Όλγας.



Από το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία φωτογράφησε τα Τρίκαλα την δεκαετία του ’20 ο φωτογράφος Α. Γκινάκος δίνοντας μια γενική άποψη της πόλης και μερική του Φρουρίου της. Σε πρώτο πλάνο το χωμάτινο μονοπάτι που οδηγούσε στην είσοδο της εκκλησίας και στο οποίο μεταγενέστερα κατασκευάστηκαν λίθινες αναβαθμίδες. Το κομμάτι του λόφου που περιλαμβάνεται στο πλάνο είναι απολύτως γυμνό, πριν την αναδάσωση που έγινε το 1938. Καθαρά διακρίνεται ο πύργος στην κορυφή του οποίου βρίσκονταν το οθωμανικό «ρολόι» της πόλης, το οποίο έχει ήδη ξηλωθεί.
Να σημειώσουμε ότι δεν επρόκειτο για τα δυτικού τύπου ρολόι με τους γνωστούς ωροδείκτες και λεπτοδείκτες, αλλά ουσιαστικά για ένα σήμαντρο το οποίο πέντε φορές την ημέρα σήμανε τις ώρες προσευχής των μουσουλμάνων της πόλης: Το πρωί μεταξύ χαραυγής και ανατολής του ήλιου, το μεσημέρι γύρω στις 3, το απόγευμα, μετά την δύση του ήλιου και το βράδυ όταν σκοτείνιαζε.
Με τα ίδια οικοδομικά υλικά του οθωμανικού αυτού πύργου (ο οποίος επίσης είχε κτισθεί με τα υπάρχοντα υλικά του Βυζαντινού Κάστρου), κατασκευάστηκε στα 1936 το νέο ρολόι της πόλης, επί Δημάρχου Θ. Θεοδοσόπουλου.
Έκδοση: «Φωτοτυπείον Α. Γκινάκου - Γ. Μαργαρίτη, Στοά Συγγρού 6, Αθήναι».



Ήδη από τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα η πλατεία Ρήγα Φεραίου στα Τρίκαλα αποτελούσε και εξακολουθεί εν μέρει να αποτελεί το πραγματικό κέντρο της κοινωνικής ζωής της πόλης.
Εξάλλου όλα τα σημαντικά ιστορικά συμβάντα στην πόλη των Τρικάλων την πλατεία Ρήγα Φεραίου είχαν επίκεντρο.
Στην φωτογραφία μας (αγνώστου φωτογράφου) στα χρόνια του Μεσοπολέμου (1930 πάνω κάτω) διαπιστώνουμε του λόγου το αληθές: Ο αστικός κόσμος των Τρικάλων έχει κατακλύσει τα τραπεζάκια που ήταν παραταγμένα στον αίθριο χώρο της, ενώ και οι πιτσιρικάδες της εποχής δεν χάνουν την ευκαιρία να απαθανατιστούν στον φακό. Άλλοι με τα σχολικά τους πηλίκια, άλλος με τραγιάσκα και άλλος με το ψαθάκι (τύπου «Παναμά») του μπαμπά…
Κατά τα άλλα διακρίνουμε τα περίτεχνα αρχικά αετώματα του αρχοντικού «Χατζηγάκη» καθώς και ένα μέρος του ξενοδοχείου «Πανελλήνιον».


Κάποτε ο Θεολόγης Τριανταφύλλου στο βιβλίο του “Τα Παλιά Τρίκαλα” είχε γράψει για το Κάστρο των Τρικάλων παραλληλίζοντάς το σαν “… ένα πελώριο δράκοντα που φυλάει μερόνυχτα τον απέραντο δυτικό θεσσαλικό κάμπο με την άφθονη βλάστησή του”. Μια περιγραφή που μοιάζει να έχει βγει από τα παραμύθια που μας συντρόφευαν στα παιδικά μας χρόνια και την οποία θα πρέπει να ανατρέξουμε πολλά χρόνια πίσω για να την ανακαλύψουμε ξανά.
Το έναυσμα μας το δίνει ο αείμνηστος Θωμάς Ζιώγας που την περίοδο του Μεσοπολέμου φρόντισε με τον φωτογραφικό του φακό να μας χαρίσει μια ακόμη παραμυθένια, αλλά και μοναδική, άποψη του Βυζαντινού μας Φρουρίου από τον παρακείμενο λόφο του Προφήτη Ηλία. Κάλλιστα θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε την περιγραφή της φωτογραφίας με το “μια φορά κι' ένα καιρό…”


Η κεντρική γέφυρα των Τρικάλων την δεκαετία του '20 σε μια κάπως ασυνήθιστη γωνία λήψης της φωτογραφίας (αγνώστου φωτογράφου) μας χαρίζει την “τοιχογραφία” των δύο νεοκλασικών κτιρίων που κοσμούσαν το κέντρο της πόλης.
Πράγματι, το αρχοντικό “Χατζηγάκη” (διακρίνεται μόλις στα αριστερά), το ξενοδοχείο “Πανελλήνιον” (στο κέντρο) και το ξενοδοχείο “Πετρούπολις” (δεξιά) συνέθεταν μια μοναδική για επαρχιακή πόλη βιτρίνα, μαζί με το αρχοντικό “Αβέρωφ” (που δεν διακρίνεται στα αριστερά της φωτογραφίας).
Σήμερα σώζεται το ξενοδοχείο “Πανελλήνιον” και το κτίριο του πρώην ξενοδοχείου “Πετρούπολις” (κατόπιν ξενοδοχείο “Πίνδος”) με πολύ μεγάλες όμως μετατροπές.



Με τον πλέον εύγλωττο τρόπο αποτυπώνεται η εικόνα της μεγάλης καταστροφικής πλημμύρας που έπληξε τα Τρίκαλα το απόγευμα της Δευτέρας της 4ης Ιουνίου 1907.
Η φωτογραφία-ντοκουμέντο λήφθηκε το πρωί της επομένης ή μεθεπομένης ημέρας (5 ή 6 Ιουνίου 1907). Τα νερά πάντως του Ληθαίου έχουν καλύψει ολόκληρη την κεντρική πλατεία της πόλης και τους παρακείμενους δρόμους, ενώ η κεντρική γέφυρα μόλις διακρίνεται.
Διακρίνουμε επίσης τις ζημιές που έχει υποστεί το υπόστεγο του καφενείου "Η Ένωσις" στην συμβολή των οδών Αμαλίας και Ηπείρου (νυν Στέφανου Σαράφη). Τέλος κάποιες ανθρώπινες φιγούρες προσπαθούν να διασχίσουν τους πλημμυρισμένους δρόμους. Οι περιοχές γύρω από το Φρούριο (που μαζί με το παλαιό οθωμανικό ρολόι διακρίνονται καθαρά) είναι οι μόνες που δεν επλήγησαν από την καταστροφική πλημμύρα.
Όσον αφορά την πλημμύρα, να σημειώσουμε ότι άφησε πίσω της πάνω από 120 νεκρούς, περισσότερα από 1.200 σπίτια κατεστραμμένα και περί τους 6.000 άστεγους.


Η «δίδυμη» (με αυτή της Μαρούγγενας) γέφυρα του Αγίου Κωνσταντίνου  φωτογραφημένη από το ανάντι του Ληθαίου ποταμού γύρω στα 1935. Πίσω από το άνοιγμα των τόξων της δεν  διακρίνουμε παρά μόνο χωράφια, ενώ τώρα υπάρχουν πολυκατοικίες. 
Η παρέα που απαθανατίζεται με φόντο το πέτρινο κομψοτέχνημα αποτελείται από τον Θωμά Ζιώγα, τον Ζήση Τσαφογιάννη και έναν ακόμη άγνωστο φίλο τους. Σήμερα στη θέση της πέτρινης αυτής γέφυρας υπάρχει μια άχαρη τσιμεντένια πεζογέφυρα.
Η πέτρινη γέφυρα του Αγίου Κωνσταντίνου είχε την ίδια τύχη με την «δίδυμή» της. Την ανατίναξαν οι Βρετανοί το 1941…


Υπέροχη φωτογκραβούρα με το Κουρσούμ τζαμί και την λίθινη γέφυρα του Αγίου Κωνσταντίνου των Τρικάλων στα τέλη του 19ου αιώνα.
Η ιστορία του τζαμιού, σύμφωνα με την παράδοση, έχει ως εξής: Ο Τούρκος πρίγκιπας Οσμάν Σαχ, γιος του Σουλτάνου Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς (16ος αι.), βρέθηκε κυνηγημένος στα Τρίκαλα, όπου και αρρώστησε από τους κατατρεγμούς και τις ταλαιπωρίες.
Επειδή στα Τρίκαλα θεραπεύτηκε, ζήτησε από τον ονομαστό πρωτομάστορα Σινάν Πασά (1490-1588) να χτίσει ένα τζαμί ως ανάμνηση της σωτηρίας του. Ο Σινάν Πασάς (εξισλαμισμένος από την Καππαδοκία), που θεωρείται ένας από τους αξιολογότερους τεχνίτες του Μουσουλμανικού κόσμου, έκτισε πράγματι ένα μικρό αριστούργημα Οθωμανικής αρχιτεκτονικής. Να σημειωθεί ότι έργα του Σινάν Πασά είναι επίσης το μεγαλοπρεπές Σουλεϊμανιγιέ στην Κωνσταντινούπολη και το περίφημο Σουλτάν Σελίμ τζαμί στην Ανδριανούπολη.
Το τζαμί διασώθηκε (αν εξαιρέσουμε την κορυφή του μιναρέ που κατέπεσε πιθανότατα από κάποιον σεισμό στον Μεσοπόλεμο) και εξακολουθεί να εντυπωσιάζει τους επισκέπτες της πόλης, ειδικά μετά τις εργασίες αποκατάστασης που ολοκληρώθηκαν το 1999.
Αντίθετα η θαυμάσια πέτρινη γέφυρα ανατινάχθηκε και καταστράφηκε ολοσχερώς (όπως και η “δίδυμή” της στην Μαρούγγενα) από τους Βρετανούς το 1941, που θεώρησαν ότι έτσι θα εμπόδιζαν την προέλαση των Γερμανών προς την υπόλοιπη Ελλάδα.


Η πέτρινη γέφυρα της Μαρούγγενας στην την πιο χαρακτηριστική καρτ ποστάλ από τον εκ Θεσσαλονίκης προερχόμενο φωτογράφο και εκδότη Γιώργο Λυκίδη.
Η εξαιρετικά αραιή δόμηση, ακόμη και στο κέντρο της πόλης μας επιτρέπει να έχουμε ορατότητα μέχρι το Κουρσούμ Τζαμί, κάτω από το τόξο της γέφυρας. Επίσης πολύ καθαρά έχει αποτυπωθεί και η τοιχοποιία της γέφυρας, που κατασκεύασαν οι Οθωμανοί και δεν σεβάστηκαν οι Εγγλέζοι τον Απρίλιο του 1941, θεωρώντας ότι έτσι θα ανέκοπταν την προέλαση των Γερμανών προς την Νότια Ελλάδα…


Αμφιθεατρική άποψη των Τρικάλων κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου σε καρτ-ποστάλ που είχε εκδώσει τότε ο Αθηναίος εκδότης Νίκος Κουρτίδης. Ξεχωρίζουν οι επάλξεις του Φρουρίου, το καμπαναριό της Παναγίας Φανερωμένης και ο τρούλος του τότε Ιερού Ναού Αγίου Νικολάου, ενώ με μια προσεκτικότερη ματιά βλέπουμε και μερικά κτίρια που ακόμη στέκουν όρθια στα σημερινά Τρίκαλα. Μέχρι τον Άγιο Κωνσταντίνο και το Κουρσούμ Τζαμί είναι ελεύθερο το οπτικό πεδίο της φωτογραφίας.

Το Βυζαντινό Φρούριο των Τρικάλων σε όλη του την μεγαλοπρέπεια πολύ πριν δενδροφυτευθεί ο λόφος του Προφήτη Ηλία και συνακόλουθα ο περίγυρος του λόφου του κάστρου από μια καρτ ποστάλ που εξέδωσαν την περίοδο του Μεσοπολέμου οι εκδόσεις “Φωτορεκόρ” με φωτογράφο τον Ράδο.
Πρόκειται για την πλευρά του Φρουρίου στον αυχένα μεταξύ του λόφου του κάστρου και του παρακείμενου λόφου του Προφήτη Ηλία, ενώ το σημείο από όπου έγινε η φωτογράφηση είναι η πάνω πλευρά της συνοικίας των Κουτσομυλίων που τότε ακόμη δεν είχε δομηθεί.
Η σχεδόν παντελής έλλειψη κατοικιών καθώς και δένδρων που μεταγενέστερα φυτεύτηκαν μας επιτρέπει να έχουμε μια εντυπωσιακή άποψη των επάλξεων του Φρουρίου, του οποίου η ιστορία συνδέεται άρρηκτα με αυτήν της πόλης μας.


Αρκετά χρόνια πριν, στην εποχή του Μεσοπολέμου, πολύ δύσκολα θα μπορούσαμε να φανταστούμε ότι η συγκεκριμένη φωτογραφία λήφθηκε στα Τρίκαλα, αν δεν το ανέγραφαν οι Αθηναίοι εκδότες "Α. Γκινάκος - Γ. Μαργαρίτης" που τότε κυκλοφόρησαν την συγκεκριμένη καθημερινή εικόνα της πόλης σε καρτ-ποστάλ!
Και όμως πρόκειται για τον Ληθαίο ποταμό στο ύψος της γέφυρας του πρώην Υπεραστικού ΚΤΕΛ Τρικάλων, τοποθεσία που ο βοσκός της φωτογραφίας είχε επιλέξει τότε για να ποτίσει το κοπάδι του.
Στην άκρη δεξιά διακρίνουμε την πίσω πλευρά του νεοκλασικού κτιρίου “Αβέρωφ” που μας επιτρέπει να προσανατολιστούμε για το ακριβές σημείο της φωτογράφησης.


Σε κάποιες υποτυπώδεις "καρτ ποστάλ" των Τρικάλων, ανάμεσα στα 1920 με 1930, αποτυπώνονταν και η καθημερινή ζωή των κατοίκων της πόλης που βεβαίως απέχει παρασάγγας από την σημερινή.
Στην εν λόγω, και παρόλο που το πλάνο βρίσκεται μια ανάσα από το κέντρο της πόλης, σημείο αναφοράς είναι ο κτηνοτροφικός χαρακτήρας μεγάλης μερίδας του πληθυσμού της. Το είδαμε εξάλλου και σε άλλες φωτογραφίες ότι δεν ήταν λίγοι οι Τρικαλινοί κτηνοτρόφοι που δεν δίσταζαν να ποτίσουν το κοπάδι τους στις όχθες του Ληθαίου ποταμού.
Στην συγκεκριμένη φωτογραφία βλέπουμε επίσης την περιοχή ανάμεσα στην γέφυρα της Γούρνας και την σημερινή πλατεία Βουβής με τον μιναρέ του Τζαμιού Μεχμέτ Αγά (βρίσκονταν στην συμβολή των σημερινών οδών Κωλέττη και Ζιάκα) να ξεχωρίζει. Όσον αφορά τα τότε κτίρια, δεν υπάρχει τίποτα που να μας θυμίζει κάτι από το τότε…


H κεντρική πλατεία των Τρικάλων φωτογραφημένη από την αρχή της οδού Κονδύλη (με την τότε χαρακτηριστική νησίδα στο μέσο της οδού) χωρίς κίνηση τροχοφόρων, με μηδαμινή ανθρώπινη παρουσία και χωρίς… δέντρα που να εμποδίζουν την ορατότητα μέχρι και στα απέναντι του Ληθαίου νεοκλασικά κτίρια. Έτσι, ενώ σε πρώτο πλάνο διακρίνουμε αριστερά το τότε βιβλιοχαρτοπωλείο του Απόστολου Τσιαμούλη και στα δεξιά το διώροφο κτίριο όπου στεγάζονταν το Δημαρχείο της πόλης, σε δεύτερο πλάνο τον χώρο της κεντρικής πλατείας, υπάρχει και τρίτο πλάνο με τα κτίρια που στέγαζαν τα ξενοδοχεία “Μετέωρα”, “Πανελλήνιον” και “Πετρούπολις” από την μία πλευρά και “Ολυμπία” και “Στέμμα” από την άλλη.
Προς την έξοδο των Τρικάλων με κατεύθυνση τη Λάρισα συναντάμε και σήμερα το στρατόπεδο που τα τελευταία σαράντα περίπου χρόνια φιλοξενεί τη Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών.
Πρόκειται για σημαντικό αρχιτεκτονικό και ιστορικό συγκρότημα που κτίσθηκε επί πρωθυπουργίας Ελευθερίου Βενιζέλου στα 1910, σε αρχιτεκτονικά σχέδια του Αντισυνταγματάρχη Γιαννίδη, όταν τα Τρίκαλα ήταν ακόμη παραμεθόριος περιοχή. Εδώ στεγάστηκαν διαδοχικά το 5ο Σύνταγμα Πεζικού, το Α’ Σώμα Στρατού, το 86ο Σύνταγμα Πεζικού και από τις 9 Νοεμβρίου 1975 η Σ.Μ.Υ.
Η οδός Λαρίσης (νυν Βασιλείου Τσιτσάνη) το 1925 στο ύψος του στρατοπέδου του 5ου Συντάγματος Πεζικού που μεταγενέστερα μετονομάστηκε σε στρατόπεδο “Καβράκου”. Διακρίνεται ο μαντρότοιχος που υπήρχε από τότε στο στρατόπεδο καθώς και η διασταύρωση με την οδό Φαρμάκη. Ανάμεσα στα καταστήματα αριστερά της οδού υπήρχε και το αρχικό φωτογραφείο του Δραγατογιάννη, εξ' ου και η διαφημιστική ταμπέλα στον εικονιζόμενο στύλο. Το όχημα, όπως και οι επιβαίνοντες, είναι αδιευκρίνιστης ταυτότητας. Ιδιαιτέρως το όχημα…

Μία από τις πρώτες, αν όχι η πρώτη, πανοραμική επιχρωματισμένη φωτογκραβούρα της πόλης των Τρικάλων που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “The Illustrated London News” της 24ης Απριλίου 1897.
Πρόκειται για φωτογραφία που προφανώς είχε ληφθεί κατά την διάρκεια του ατυχούς για την χώρα μας Ελληνοτουρκικού Πολέμου γι’ αυτό και ο υπέρτιτλός της σημείωνε: “The Graeco-Turkish War: Scenes On The Frontier” (“Ο Ελληνοτουρκικός Πόλεμος: Σκηνές Από Την Μεθόριο”). Όπως είναι γνωστό, το 1897 η ελληνοοθωμανική μεθόριος στη Θεσσαλία ξεκινούσε από τις Ν.Α. προσβάσεις του Ολύμπου και των Χασίων όπως αυτή είχε προσδιοριστεί από την Επιτροπή Καθορισμού Ελληνοοθωμανικών Συνόρων (Θεσσαλίας - Ηπείρου), με την Θεσσαλία και φυσικά την πόλη μας στην μεθόριο της ελληνικής επικράτειας.
Σημείο αναφοράς στην φωτογραφία το παλιό οθωμανικό ρολόι των Τρικάλων που ξεχωρίζει στα δεξιά και το οποίο κατεδαφίστηκε λίγα χρόνια πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, για να αντικατασταθεί από τον υπάρχοντα πύργο του ρολογιού της πόλης μας.
Διακρίνουμε επίσης την εκκλησία της Αγίας Μαρίνας στο άκρο δεξιά, ενώ στο κέντρο ξεχωρίζει το τζαμί του Μεχμέτ Αγά που βρίσκονταν στην συμβολή των σημερινών οδών Κωλέττη και Ζιάκα και κατεδαφίστηκε οριστικά το 1956.
Πέραν αυτών… ουδέν, καθώς τα κτίρια εκείνης της εποχής έχουν σαρωθεί από το κύμα του “μοντερνισμού” που επικράτησε κυρίως τα τελευταία πενήντα χρόνια, πλην της συνοικία του Βαρουσιού που διέσωσε κάπως την αρχική της φυσιογνωμία.

Η οδός Ασκληπιού την εποχή του μεσοπολέμου, από μια θαυμάσια επιχρωματισμένη καρτ ποστάλ που εξέδωσε τότε το “Χαρτεμπορικόν Κατάστημα Γεωργίου Χολέβα” της πόλης μας. Η συγκεκριμένη ταχυδρομήθηκε το 1926.
Από το μέσον της κεντρικής γέφυρας η περίφημη οδός των Τρικάλων (που μόλις είχε μετονομαστεί από οδός “Σιδηροδρόμου” που ήταν η αρχική της ονομασία) αφήνει το μάτι να ταξιδεύσει μέχρι εκεί που το επέτρεπε ο φωτογραφικός φακός, αφού τροχοφόρα δεν υπήρχαν καλά-καλά τότε, ενώ και οι διερχόμενοι Τρικαλινοί είναι ελάχιστοι.
Το βλέμμα αντίθετα εστιάζει στα νεοκλασικά κτίρια ένθεν κακείθεν της Ασκληπιού, του “Πανελληνίου” και του ξενοδοχείου “Πετρούπολις” στα αριστερά και των ξενοδοχείων “Ολυμπία” και “Στέμμα” στα δεξιά. Μαζί, και οι αλέες στα δύο πεζοδρόμια της χωμάτινης ακόμη τότε οδού που την ακολουθούσαν μέχρι τον τελικό της προορισμό, τον Σιδηροδρομικό Σταθμό.

Όμορφη προπολεμική επιχρωματισμένη καρτ ποστάλ της κεντρικής γέφυρας Τρικάλων από τον Λαρισαίο εκδότη Γ. Βελώνη. Ο Βελώνης είχε εκδώσει δύο επιχρωματισμένες καρτ ποστάλ με θέμα την κεντρική γέφυρα της πόλης μας.
Σ’ αυτήν το σημείο λήψης μας επιτρέπει να διακρίνουμε και την γωνία των σημερινών οδών 21ης Αυγούστου και Τσιτσάνη, όπου τότε λειτουργούσε καφενείο.
Η συγκεκριμένη καρτ ποστάλ ταχυδρομήθηκε από τα Τρίκαλα με προορισμό το Λουτράκι στις 15 Ιουλίου 1924. Στην πίσω της όψη ο αποστολέας γράφει στην αραβική, κείμενο που το έχω μεταφρασμένο με τις συνήθεις ευχές και νέα, προς την παραλήπτρια Μπελκίς Ρεφήκ Βέη στο Λουτράκι.
Γεγονός που πιστοποιεί ότι το 1924 εξακολουθούσαν να ζουν Τούρκοι μουσουλμάνοι στην πόλη μας. Να σημειωθεί ότι οι Τούρκοι άρχισαν να εγκαταλείπουν τα Τρίκαλα μετά την υπογραφή της συνθήκης του Βερολίνου στα 1878. Η φυγή συνεχίστηκε και ολοκληρώθηκε μετά την υπογραφή της συνθήκης ανταλλαγής των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας το 1923.



Η κεντρική πλατεία των Τρικάλων σε καρτ ποστάλ του φωτογράφου, ζωγράφου και εκδότη Στέφανου Στουρνάρα, από φωτογραφία των αρχών του 20ου αιώνα.
Η διαμόρφωση της πλατείας έχει μόλις ολοκληρωθεί, στον ίδιο χώρο όπου επί Οθωμανικής περιόδου βρίσκονταν το τέμενος του Τουραχάν Βέη ή Παζάρ τζαμί που γκρεμίστηκε επί Δημαρχίας Γεωργίου Κανούτα.
Οι πρώτες δενδροστοιχίες που δεν έχουν ακόμη θεριέψει μας επιτρέπουν μια απρόσκοπτη εικόνα του κέντρου της πόλης. Αριστερά, μόλις διακρίνουμε το αρχοντικό νεοκλασικό “Χατζηγάκη” επί της οδού Βασιλίσσης Όλγας, καθώς και τμήμα της πλατείας Ρήγα Φεραίου (το νεοκλασικό “Πανελλήνιο” δεν έχει ακόμη κατασκευασθεί). Στο κέντρο, το τότε ξενοδοχείο “Πετρούπολις” (κατόπιν ξενοδοχείο “Πίνδος”) και η αρχή της οδού Ασκληπιού (τότε οδός Σιδηροδρόμου) με τις πανέμορφες αλέες της.
Στη συνέχεια, στο απέναντι πεζοδρόμιο διακρίνουμε τα ξενοδοχεία “Ολύμπια” και “Στέμμα”, ενώ το συνεχόμενο ισόγειο κτίσμα (στο άκρο αριστερά) είναι το αριστοκρατικό καφενείο “Βασιλικόν” ή “Εθνικόν” (ονομασία που επέλεγε η διεύθυνσή του ανάλογα με την τρέχουσα πολιτική κατάσταση!).
Μπροστά στην πλατεία, στον χώρο όπου και σήμερα λειτουργεί πιάτσα ταξί, οι ιππήλατες άμαξες με τους αμαξάδες αναμένουν νέο αγώγι.

Κόσμημα για την πόλη μας θεωρείται η κεντρική της γέφυρα η οποία μαζί με το ρολόι του Φρουρίου και τον ποταμό Ληθαίο αποτελούν τα πιο δημοφιλή σημεία αναφοράς των Τρικάλων.
Κατασκευάστηκε επί Δημάρχου Γεωργίου Κανούτα το 1889 (κατά πάσα πιθανότητα) από Γάλλους μηχανικούς στη Γαλλία και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στα Τρίκαλα. Είναι εξ’ ολοκλήρου μεταλλική, έχει μήκος 31 μ. και ύψος 6,30 μέτρα.  Τον Απρίλιο του 1941 οι Βρετανοί προσπάθησαν να την ανατινάξουν θεωρώντας πως έτσι θα ανακόψουν την προέλαση των γερμανικών στρατευμάτων προς την Νότια  Ελλάδα. Ευτυχώς απέτυχαν, σε αντίθεση με τις πέτρινες γέφυρες της Μαρούγγενας και του Αγίου Κωνσταντίνου που καταστράφηκαν.
Εδώ η επιχρωματισμένη καρτ ποστάλ του Στέφανου Στουρνάρα στα 1910 περίπου. Στο πλάνο συμπεριλαμβάνει και τα νεοκλασικά “Αβέρωφ” και “Χατζηγάκη” αποτυπώνοντας το κύμα μοντερνισμού που επικράτησε στην πόλη στις αρχές του 20ου αιώνα.

Η γέφυρα του «Πίχτου» στα Τρίκαλα, μετά την καταστροφική πλημμύρα του Ληθαίου ποταμού το 1907 που την έχει «πληγώσει», φωτογραφημένη από τον Στέφανο Στουρνάρα.
Η φωτογραφία έχει ληφθεί από την κεντρική γέφυρα της πόλης. Όπως βλέπουμε, το κεντρικό της τόξο είναι κατεστραμμένο, ενώ ρωγμές διακρίνουμε και στα άλλα τόξα της γέφυρας. Τα επόμενα χρόνια οι ρωγμές αυτές θα επιδεινωθούν. Μια πρόχειρη ξύλινη κατασκευή θα στηθεί πατώντας πάνω στις βάσεις των τόξων της προκειμένου να συνεχισθεί η επικοινωνία ανάμεσα στα δύο τμήματα της πόλης.
Στον μεσοπόλεμο θα έχει απομείνει μόνο το κουφάρι της το οποίο θα σαρωθεί την δεκαετία του ’60 για να κατασκευασθεί η άχαρη τσιμεντένια πεζογέφυρα που υφίσταται μέχρι και σήμερα. Με την κατασκευή πάντως της σύγχρονης παράλληλης πεζογέφυρας του «Ασκληπιού» την δεκαετία του ’90, η περιοχή θα αναβαθμιστεί εξαιρετικά τόσο που καθόλου δεν θα θυμίζει το μακρινό της παρελθόν…
Η καρτ ποστάλ από την δεύτερη σειρά των επιχρωματισμένων του Βολιώτη φωτογράφου και εκδότη κυκλοφόρησε γύρω στα 1910.

Η πρώτη σχετικά αμφιθεατρική φωτογραφία των Τρικάλων που έχει ληφθεί από την παλιά πέτρινη γέφυρα της Μαρούγγενας, από επιχρωματισμένη καρτ ποστάλ του φωτογράφου και εκδότη Στέφανου Στουρνάρα.
Σε πρώτο πλάνο ο Ληθαίος ποταμός στα ήρεμα νερά του οποίου Τρικαλινές της εποχής κάνουν την μπουγάδα(!) τους (η μία μάλιστα χρησιμοποιώντας και… κόπανο για τα στρωσίδια) στα νερά του.
Το περίγραμμα του Βυζαντινού Φρουρίου (με τις επάλξεις του 3ου διαζώματος δείχνουν ακόμη πιο επιβλητικές), καθώς και ο πύργος με το Οθωμανικό Ρολόι παραμένουν αναλλοίωτα σημεία αναφοράς της πόλης στα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα.
Αρκετοί περίεργοι Τρικαλινοί παρακολουθούν τη φωτογράφηση, ενώ σε δεύτερο πλάνο διακρίνουμε την πρόσφατα τότε διαμορφωμένη (από τον Δήμαρχο Γεώργιο Κανούτα) κεντρική πλατεία της πόλης. Αριστερά της φωτογραφίας και η επίσης νεότευκτη τότε χαλύβδινη κεντρική γέφυρα.



Ο Γεώργιος Χολέβας αποτυπώνει σε καρτ ποστάλ το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία (χωρίς ούτε ένα δενδράκι στον ομώνυμο λόφο) και σε πρώτο πλάνο τη συνοικία των Κουτσομυλίων.
Μια συνοικία (προάστιο της πόλης όπως αναγράφεται εξάλλου) που εντυπωσιάζει με τα πετρόκτιστα από τότε σπίτια, πολλά από τα οποία παραμένουν όρθια μέχρι και σήμερα.

Στον Τρικαλινό εκδότη Γεώργιο Χολέβα οφείλουμε εκτός των άλλων και την πρώτη (επιχρωματισμένη) καρτ ποστάλ του Σιδηροδρομικού Σταθμού Τρικάλων που κυκλοφόρησε στα μέσα της δεκαετίας του ’20.
Η κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής Καλαμπάκα-Βόλος και η σύνδεσή της με το τότε δίκτυο των σιδηροδρομικών γραμμών της χώρας έδωσε μεγάλη αναπτυξιακή ώθηση στον Νομό Τρικάλων και γενικότερα στη Δυτική Θεσσαλία. Επιπλέον, τα κτίρια των Σιδηροδρομικών Σταθμών προκάλεσαν σταδιακά και το ενδιαφέρον των φωτογράφων της εποχής και αποτέλεσαν σημεία τουριστικού ενδιαφέροντος.
Πόσο μάλλον ο Σιδηροδρομικός Σταθμός Τρικάλων, με το περίτεχνα κατασκευασμένο κτίριό του, που (ευτυχώς) εξακολουθεί - έστω και με τις αναγκαίες αναπαλαιώσεις του - να διασώζεται μέχρι και σήμερα.


Επιχρωματισμένη καρτ ποστάλ του εκδότη Στέφανου Στουρνάρα με την σιδηροδρομική γέφυρα των Στεφανοσαίων (σημερινό Δροσερό) που κατασκευάστηκε (όπως αναγράφεται και στην προμετωπίδα της) το 1886.
Πέραν της αναπτυξιακής ώθησης που το Δίκτυο Θεσσαλικών Σιδηροδρόμων έδωσε στην ευρύτερη περιοχή της Δυτικής Θεσσαλίας με την κατασκευή της γραμμής Βόλος – Καλαμπάκα. Η γέφυρα των Στεφανοσαίων αποτέλεσε και τουριστική “ατραξιόν”, όπως διαπιστώνουμε από τις επανειλημμένες εκδόσεις της, αλλά και τόπος απόδρασης των Τρικαλινών της εποχής.
Σήμερα το μόνο που έχει απομείνει από την γέφυρα είναι ο σκελετός της. Εκτός από την πυκνή βλάστηση που την έχει σχεδόν ολοκληρωτικά καλύψει, έχει υποστεί λεηλασίες από επιτήδειους που αποψίλωσαν ολόκληρο τον μεταλλικό σκελετό της.
Βλέπετε, με την κατασκευή νέας τσιμεντένιας σιδηροδρομικής γέφυρας, στο πλάι της, η παλαιά γέφυρα των Στεφανοσαίων κρίθηκε άχρηστη πλέον…
Πηγή: trikalanews

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου