Παρασκευή 23 Ιουνίου 2017

Ο Μυκηναϊκός Πολιτισμός

Σύμφωνα με την παράδοση οι Μυκήνες ιδρύθηκαν από τον Περσέα, γιο της Δανάης και του Δία, ο οποίος ανάθεσε στους Κύκλωπες να ενισχύσουν τις Μυκήνες με ένα ισχυρό αμυντικό σύστημα.
Ο Ευρυσθέας εγγονός και τελευταίος απόγονος του Περσέα, αυτός που επέβαλε στον Ηρακλή την εκτέλεση των 12 άθλων, σκοτώθηκε στην Αττική χωρίς ν' αφήσει διάδοχο. Για το λόγο αυτό επιλέχθηκε ως βασιλιάς ο γυναικάδελφός του, Ατρέας, που χάρισε στις Μυκήνες μέρες πλούτου και ευημερίας. Όμως, το μίσος για τον αδερφό του, Θυέστη, τον ώθησε να σκοτώσει τ' ανίψια του και στη συνέχεια να τα προσφέρει ως δείπνο στον ανυποψίαστο αδερφό του. Εξαιτίας αυτού του τραγικού επεισοδίου, τον καταράστηκαν οι θεοί, γεγονός που είχε αντίκτυπο στους απογόνους του και την πόλη: ο γιος του Αγαμέμνονας, όταν επέστρεψε από την Τρωική εκστρατεία, δολοφονήθηκε από την γυναίκα του Κλυταιμνήστρα και τον ερωμένο της, Αίγισθο. Ο Ορέστης, γιος του Αγαμέμνονα και η αδερφή του Ηλέκτρα εκδικήθηκαν για το θάνατο του πατέρα τους σκοτώνοντας την Κλυμαιντήστρα και τον Αίγησθο. Ο Ορέστης μετά την μητροκτονία αναγκάστηκε να φύγει καταδιωκόμενος από την οργή των Ερινυών, έως τον οριστικό εξαγνισμό του εγκλήματός του από τον Άρειο Πάγο των Αθηνών.
Τέλος, τραγική ήταν η μοίρα του τελευταίου βασιλιά των Μυκηνών, Τεισαμενού, ο οποίος σκοτώθηκε στο πεδίο της μάχης υπερασπιζόμενος την πόλη του ενάντια στην επιδρομή των Ηρακλειδών.
Η ανακάλυψη του Μυκηναϊκού Πολιτισμού
Το 1801, ο λόρδος Έλιν, πρέσβης της Μεγάλης Βρετανίας στην Κωνσταντινούπολη απέσπασε την άδεια από τις αρχές να μεταφέρει στο Λονδίνο τμήματα διακόσμησης που αποσπάστηκαν από τους προϊστορικούς τάφους, στο χωριό Χαρβάτι, στα βορειοανατολικά της πεδιάδας του Άργους, που η τοπική παράδοση ταύτιζε με τις Μυκήνες. Εφτά χρόνια αργότερα άρχισαν οι ανασκαφές στον θολωτό τάφο που αργότερα ονομάστηκε ''Κλυταιμνήστρα'', φέρνοντας στο φως πληθώρα χρυσών κοσμημάτων.
Τις πρώτες συστηματικές ανασκαφές στις Μυκήνες έκανε η Αρχαιολογική Εταιρεία των Αθηνών, το 1841. Τότε ανακαλύφθηκε η Πύλη των Λεόντων, που αποτελούσε μια από της κύριες εισόδους της μυκηναϊκής ακρόπολης.
Το 1874 ο Ερρίκος Σλίμαν έφερε στο φως ένα μεγάλο τμήμα του οχυρωματικού τείχους και το 1876 ανακάλυψε τους βασιλικούς τάφους, γνωστοί ως ταφικός κύκλος Α. Οι 5 τάφοι που ήρθαν στο φως περιείχαν κτερίσματα, χρυσά περιδέραια και όπλα.
Το 1953 κατά τις εργασίες αναστήλωσης του θολωτού τάφου της Κλυταιμνήστρας ήρθε στο φως το βασιλικό νεκροταφείο που βρίσκεται εκτός των τειχών και έγινε γνωστό ως ταφικός κύκλος Β.
Η Πρωτεύουσα των Ατρειδών
Αγαλματίδιο από ασβεστόλιθο απεικονίζει μια γυναικεία μορφή, 7ος αιώνας π.Χ
Η ακρόπολη των Μυκηνών έχει χτιστεί σε ύψωμα μεταξύ δυο απόκρημνων λόφων, που οι δύσβατοι πρόποδες σχηματίζουν φυσική οχύρωση. Το εκτεταμένο πολεοδομικό συγκρότημα δηλώνει την εγκαθίδρυση μιας κεντρικής εξουσίας σύνθετης πολιτικής δομής. Κατά τις ανασκαφές βρέθηκαν αξιόλογα κτερίσματα, όπως προσωπίδες από φύλλο χρυσού και αγγεία από πολύτιμα μέταλλα.
Πρόκειται για την πιο σημαντική αρχαιολογική μαρτυρία όσον αφορά την εγκαθίδρυση μιας άρχουσας τάξης που αποκτά τον πολιτικό ελέγχω της πόλης, καθιστώντας τις Μυκήνες πρωτεύουσα ενός βασιλείου του οποίου η κυριαρχία εξαπλώθηκε (ήδη από την εποχή εκείνη) σε μεγάλο μέρος της Αργολίδας καλύπτοντας 30.000 τετραγωνικά μέτρα.
Η ραγδαία εξάπλωση της μυκηναϊκής κυριαρχίας υποδηλώνεται από τη δημιουργία πόλεων-δορυφόρων σε όλη την πεδιάδα του Άργους. Αυτές ήταν ενισχυμένες με επιβλητικά αμυντικά τείχη, όπως η Τίρυνθα, που επέβλεπε τη θαλάσσια πρόσβαση στον Αργολικό κόλπο.
Η Μιδέα ήταν μια άλλη πόλη που εκτείνονταν κατά μήκος της κυριότερης οδού που σύνδεε την Αργολίδα με την Κορινθία.
Μια σειρά από πυρκαγιές στο ανάκτορο σημάδεψαν το 13ο αιώνα π.Χ, ώσπου ένα κύμα καταστροφών στα 1200 – 1100 π.Χ οδήγησε την ακρόπολη στον μαρασμό και στην παρακμή. Η οριστική της εγκατάλειψη έγινε γύρω στα 1020 π.Χ.
Η Πύλη των Λεόντων παίρνει το όνομά της από το ανάγλυφο που βρίσκεται πάνω από το υπέρθυρο και απεικονίζει δυο λιοντάρια σε εραλδική στάση, πιθανόν το έμβλημα του βασιλικού γένους των Μυκηνών. Στη νότια πλευρά βρισκόταν ο ταφικός κύκλος Α, που περιλάμβανε τους τάφους της βασιλικής οικογένειας, και ένα σύμπλεγμα κτιρίων, μεταξύ των οποίων και το θρησκευτικό κέντρο. Σ’ αυτά τα σημεία η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως θεμέλια ιερών, βωμούς και πιθανόν την κατοικία των ιερέων με πλούσιες τοιχογραφίες. Η βορειοανατολική πτέρυγα περιλαμβάνει την υπόγεια δεξαμενή. Ένα λιθόστρωτο χώρο με βάθος 18 μέτρων που διευκόλυνε την επιβίωση των κατοίκων της ακρόπολης σε περίπτωση πολιορκίας. Έξω από την Πύλη των Λεόντων, στην πλαγιά του λόφου απλώνεται μια συστάδα θολωτών τάφων από τους οποίους ξεχωρίζει αυτός της Κλυταιμνήστρας.
Ταφικός Κύκλος Α
Στους τάφους βρέθηκαν τρεις σκελετοί, τοποθετημένοι σε μικροί απόσταση μεταξύ τους, που αποδίδονται στη βασιλική οικογένεια. Το κρανίο του πρώτου σκελετού καλύπτονταν από μια χρυσή προσωπίδα. Όμως, όταν ήρθε σε επαφή με την ατμόσφαιρα το κρανίο διαλύθηκε. Το ίδιο συνέβη και με το κρανίο του δεύτερου σκελετού. Στον τρίτο σκελετό όταν αφαιρέθηκε η βαριά χρυσή προσωπίδα αποκαλύφθηκε ένα πρόσωπο ανέπαφο. Οι γιατροί που εξέτασαν το σώμα είπαν ότι πρόκειται για έναν άνδρα περίπου 35 ετών, το σώμα του οποίου είχε μουμιοποιηθεί. Το πρόβλημα της συντήρησης του σώματος του βασιλιά των Μυκηνών το έλυσε ένας παγοπώλης της περιοχής, που κατάφερε να το συντήρηση με ένα μείγμα αλκοόλης και ρητίνης.
Τα περισσότερα ευρήματα από τις ανασκαφές στις Μυκήνες εκτίθενται σήμερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών.
Η Ακρόπολη της Τίρυνθας
Σύμφωνα με την παράδοση ο Προίτος, με τη βοήθεια των Κυκλώπων, έχτισε τα τείχη της πόλης, τα οποία είναι τουλάχιστον δυο γενιές αρχαιότερα από εκείνα των Μυκηνών.
Ο λόφος της Τίρυνθας κατοικήθηκε από τη Νεολιθική εποχή και στη Μέση Εποχή του Χαλκού χτίστηκε το αρχαιότερο μέγαρο και ένας οχυρωματικός περίβολος. Η πόλη απέκτησε κεντρικό ρόλο στις αρχές του 14ου αιώνα π.Χ όταν χτίστηκαν τα κυκλώπεια τείχη, καθώς και ένα ανάκτορο που ήταν ένα από τα πλουσιότερα του μυκηναϊκού κόσμου. Παρά την πτώση του μυκηναϊκού πολιτισμού, το μέγαρο της Τίρυνθας συνέχισε να κατοικείται έως τα μέσα του 8ου αιώνα π.Χ.
Ο Χρυσός στην Αρχαία Ελλάδα
Χρυσό περιδέραιο μα περίτεχνη διακόσμηση 10 αι. π.Χ.

Χρυσό αγγείο που βρέθηκε στον Ταφικό Κύκλο Α


Χρυσά Ελάσματα

Διακοσμητικό κάλυμμα κεφαλής που έχει στο κέντρο τη θεά Αρτέμιδα

Χρυσό στεφάνι

Χρυσό Περιδέραιο

Χρυσό δοχείο




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου